Σαν σήμερα, 8 Φεβρουαρίου, τριάντα τρία χρόνια πριν, «σώπασε» για πάντα η μεγαλύτερη φωνή που έβγαλε αυτός ο τόπος, ο «αρχάγγελος» της Κρήτης, ο Νίκος Ξυλούρης.
Ο Νίκος Ξυλούρης, ο Ψαρονίκος, όπως ήταν το παρωνύμιό του, γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936 στα Ανώγεια του ευλογημένου τόπου, της Κρήτης. Ο παππού του ο Σκουλάς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους λυράρηδες του νησιού. Το 1941, οι κατακτητές Γερμανοί καίνε το χωριό του και ο Ψαρονίκος καταλήγει στο οικοτροφείο. Εκεί θα φανεί η κλίση του για τη μουσική και τη λύρα. Μετά την απελευθέρωση και την επιστροφή στα Ανώγεια, ο δάσκαλος του σχολείου του, Μενέλαος Δραμουντάνης, πείθει τον διστακτικό του πατέρα να αφήσει το Νίκο να ασχοληθεί με τη λύρα, διαβλέποντας το μεγάλο μουσικό του ταλέντο. Σύντομα ο νεαρός Ξυλούρης συγκαταλέγεται ανάμεσα στους καλύτερους λυράρηδες της περιοχής του και είναι περιζήτητος. Στη λύρα είναι αυτοδίδακτος. Στα 17 του κατεβαίνει στο Ηράκλειο και δουλεύει στο κέντρο «Κάστρο». Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα στην αρχή. Οι παλιοί λυράρηδες δεν τον εκτιμούν και τον αντιμετωπίζουν άσχημα. Στο κέντρο της πόλης οι μουσικές που παίζονται είναι λίγο μπερδεμένες. Ο νεαρός Νίκος «αναγκάζεται» να παίζει και ευρωπαϊκές μουσικές, τανγκό, βαλς κλπ.
Το 1956, σε ένα γλέντι της αποκριάς στο χωριό Βενεράτο, ο Ψαρονίκος συναντά για πρώτη φορά την 17χρονη Ουρανία Μελαμπιανάκη, η οποία έμελλε να γίνει και η σύντροφος της ζωής του. Ακολουθεί μια σειρά από καντάδες οι οποίες έμειναν ιστορικές στην πόλη του Ηρακλείου. Στις 21 Μαΐου του 1958 ο Ψαρονίκος «κλέβει» την Ουρανία για να παντρευτούνε. Μετά το γάμο το ζευγάρι εγκαθίσταται στο Ηράκλειο και αντιμετωπίζει μεγάλες οικονομικές δυσκολίες. Στις 21 Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς ο Νίκος Ξυλούρης ανεβαίνει στην Αθήνα για να ηχογραφήσει για πρώτη φορά σε δίσκο 78 στροφών στη δισκογραφική εταιρεία ODEON. Ο πρώτος αυτός δίσκος περιέχει τα τραγούδια «Κρητικοπούλα μου»(γραμμένο από τον Ψαρονίκο για την Ουρανία) και «Πάντοτε μια φτωχή καρδιά». Ο δίσκος σημειώνει μεγάλη επιτυχία στο χώρο της κρητικής μουσικής και ανοίγει το δρόμο στο Νίκο Ξυλούρη. Δυο χρόνια μετά γεννιέται ο Γιώργος, το πρώτο τους παιδί και το 1966 το δεύτερο, η Ρηνιώ.
Την ίδια χρονιά, το 1966, ο Ψαρονίκος κερδίζει στο φεστιβάλ τραγουδιού του Σαν Ρέμο, το πρώτο βραβείο και το 1967 τραγουδάει στο πρώτο κρητικό κέντρο του Ηρακλείου. Το μαγαζί λεγόταν«Ερωτόκριτος». Από το 1968 και μετά αρχίζει να γίνεται ολοένα και πιο γνωστός και να απολαμβάνει την επιτυχία. Το 1969 ηχογραφεί την «Ανυφαντού», μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, η οποία σημειώνει μεγάλες πωλήσεις. Τον Απρίλιο του 1969 εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αθήνα, στο«Κονάκι», ένα κρητικό μαγαζί που έχουν ανοίξει συγγενείς του και ο κόσμος τον αποθεώνει. Έτσι το Σεπτέμβριο εγκαθίσταται με την οικογένειά του μόνιμα πια στο Γαλάτσι. Το 1970, μετά από μια επιτυχημένη χρονιά στην Αθήνα, κατεβαίνει και πάλι στην Κρήτη για δουλειά.
Εκεί, συναντιέται με τον Τάκη Λαμπρόπουλο, διευθυντή της εταιρείας COLUMBIA, ο οποίος του προτείνει συνεργασία. Συγκεκριμένα, τον πείθει να περάσει από την κρητική μουσική στην έντεχνη. Έτσι προκύπτει το 1971 η συνεργασία του με το Γιάννη Μαρκόπουλο στα «Ριζίτικα», ένα δίσκο ορόσημο για την ελληνική δισκογραφία. Έξι μήνες πριν από τα «Ριζίτικα» έχει ηχογραφήσει το «Χρόνικο». Ο ίδιος έχει πει για τη δουλειά αυτή: «Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα έφευγα από τα κρητικά. Έκανα το «Χρονικό», για να μην χαλάσω το χατίρι του Γιάννη. Και, όσο γα το κέντρο, κάτι συγγενείς μου είχαν ανοίξει ένα μαγαζί και επιμένανε να τραγουδήσω. Έτσι έμεινα. Και με αγάπησε η νεολαία, δέθηκα με τον κόσμο, ώστε τώρα πια δεν σκέφτομαι να γυρίσω πίσω. Στην Κρήτη έβγαζα περισσότερα λεφτά αλλά τα χρήματα δεν μ’ ενδιαφέρουν. Θέλω να κερδίζω τα απαραίτητα και δεν με νοιάζει να κάνω παλάτια». Ειδικά η τελευταία του πρόταση είναι άκρως αποκαλυπτική για το χαρακτήρα του.
Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, από το Μάιο, ο Νίκος Ξυλούρης και ο Γιάννης Μαρκόπουλος εμφανίζονται στη μπουάτ«Λήδρα» στην Πλάκα. Το 1972 συνεχίζεται οι συνεργασία των δύο ανδρών με την «Ιθαγένεια» και η ανοδική πορεία του Ψαρονίκου. Το 1972, ο «Αρχάγγελος» συνεργάζεται πρώτη φορά με το Σταύρο Ξαρχάκο. Κυκλοφορεί ο δίσκος «Διόνυσε καλοκαίρι μας» και αρχίζουν εμφανίσεις στη μπουάτ «Αρχόντισσα» τον Οκτώβριο του 1973. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί με το Χριστόδουλο Χάλαρη το δίσκο «Τροπικός της Παρθένου» και με το Γιάννη Μαρκόπουλο το δίσκο «Στρατής ο θαλασσινός» σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη. Το καλοκαίρι του 1973 εμφανίζεται στο «Μεγάλο μας τσίρκο», μια ιστορική θεατρική παράσταση σε κείμενο του Ιάκωβου Καμπανέλη, μουσική τουΣταύρου Ξαρχάκου και με πρωταγωνιστές την Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο, το Διονύση Παπαγιαννόπουλο κ.α. Σε καιρό δικτατορίας η παράσταση αυτή γίνεται διέξοδο ελεύθερης έκφρασης για τον ελληνικό λαό. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ιάκωβος Καμπανέλης, οι θεατές στα εκδοτήρια ζητούσαν «εισιτήρια για την ελευθερία». Με αφορμή τις εμφανίσεις αυτές του Ψαρονίκου, ο καθηγητής Γ.Π. Σαββίδης του προσέδωσε τον χαρακτηρισμό«Αρχάγγελος της Κρήτης».
Τις τρεις μέρες της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου, ο Νίκος Ξυλούρης ήταν μέσα. Τραγουδούσε όλα τα απαγορευμένα τραγούδια και ένωνε τη φωνή του με τους φοιτητές. Οι φωτογραφίες των εφημερίδων της εποχής το μαρτυρούν. Υπάρχουν και ηχητικά ντοκουμέντα με τους φοιτητές να τραγουδούν το ριζίτικο «Πότε θα κάμει ξαστεριά». Ο ίδιος δεν έλεγε τίποτα για τις μέρες εκείνες. Όπως λέει η σύζυγός του δεν ήθελε να μιλάει για αυτά γιατί «στο Πολυτεχνείο σκοτώθηκαν άνθρωποι κι εκείνος δεν σκοτώθηκε». Η παρουσία του όμως στο Πολυτεχνείο τον έφερε αντιμέτωπο με το καθεστώς.
Το 1974 κυκλοφορεί η «Συλλογή» με το Σταύρο Ξαρχάκο και την ίδια χρονιά τα τραγούδια της παράστασης «Το μεγάλο μας τσίρκο» και η «Ακολουθία» με το Χριστόδουλο Χάλαρη. Το 1975 κυκλοφορεί ένας δίσκος σταθμός, το «Καπνισμένο Τσουκάλι» σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσουκαι μουσική του Χρήστου Λεοντή. Όπως έλεγε ο ίδιος: «Θεωρώ το Καπνισμένο Τσουκάλι το αποκορύφωμα της καριέρας μου. Έχω πει ωραίους στίχους, ωραίους συνθέτες, ωραίους ποιητές και με όλους αυτούς πήγαινα και ένα σκαλέρι πιο πάνω. Όμως το πράγμα αυτό, το Καπνισμένο Τσουκάλι, είναι το πιο τέλειο που βγήκε στην ελληνική μουσική. Ενάμιση χρόνο τυραννιόμουν να το μάθω».
Το 1976 κυκλοφορεί ο «Ερωτόκριτος» σε ενορχήστρωση Χριστόδουλου Χάλαρη, μια μεγάλη δισκογραφική επιθυμία του Ψαρονίκου. Ακολουθούν σπουδαίοι δίσκοι με το Δημήτρη Χριστοδούλου, το Λίνο Κόκοτο (Αντιπολεμικά), τον Ηλία Ανδριόπουλο (Κύκλος Σεφέρη) και το Στέλιο Βαμβακάρη (Τα ερωτικά). Το 1977 συνεργάζεται ξανά με το Γιάννη Μαρκόπουλο για το δίσκο «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» σε ποίηση Διονυσίου Σολωμού. Μέχρι το 1979 συνεργάζεται με πολλούς τραγουδιστές (Μαρίζα Κωχ, Άλκηστη Πρωτοψάλτη, Αφροδίτη Μάνου κ.α.) σε διάφορες μπουάτ της Πλάκας (Λήδρα, Θεμέλιο, Αρχόντισσα κ.α.). Τότε είναι που δέχεται το χτύπημα της επάρατης νόσου.
Το 1979 ο Νίκος Ξυλούρης νοσηλεύεται στο νοσοκομείο Μεμόριαλ της Νέας Υόρκης. Αντιμετωπίζει με υπομονή και λεβεντιά την ασθένειά του. Δεν φοβάται. Η διάγνωση είναι καταδικαστική. Καρκίνος στους πνεύμονες και τον εγκέφαλο. Λίγο καιρό αργότερα και μετά από εγχειρήσεις επίπονες επιστρέφει στην Ελλάδα. Δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο. Απομονώνεται σε ένα φιλικό σπίτι στο Πόρτο Ράφτη για να έχει ησυχία και να αποφεύγει τις συγκινήσεις. Οι επισκέψεις είναι λίγες, αλλά σημαντικές. Ανάμεσα στους ανθρώπους που τον συναντούν και ο George Harisson των Beatles. Στις 5 Φεβρουαρίου 1980 ο Νίκος Ξυλούρης εισάγεται εσπευσμένα στο αντικαρκινικό Πειραιώς. Στις 8 Φεβρουαρίου αφήνει την τελευταία του πνοή. Είναι μόλις 44 ετών.
Τριάντα τρία χρόνια πέρασαν από το θάνατο του Νίκου Ξυλούρη, αλλά ο ίδιος είναι εδώ με τα τραγούδια του και τη φωνή του. Αυτό που έχει καταφέρει αυτός ο τραγουδιστής είναι να έχει μόνο θαυμαστές. Ενώ μπορείς να συναντήσεις ανθρώπους που δεν τους αρέσει ο Καζαντζίδης, ο Μπιθικώτσης, ο Νταλάρας (χωρίς ίσως να αμφισβητούν την καλλιτεχνική τους αξία) κλπ δεν θα βρεις κανέναν που να μην του αρέσει ο Ξυλούρης. Κάτι ακόμα που έχει μεγάλη σημασία είναι ότι ο Ξυλούρης έχει στιγματίσει ερμηνευτικά τα τραγούδια που ερμήνευσε. Οι μεταγενέστερες εκτελέσεις τραγουδιών του Ξυλούρη, ακόμα και από πολύ καλούς τραγουδιστές, δεν καταφέρνουν ούτε καν να αγγίξουν την πρώτη εκτέλεση. Πριν δυο βράδια ήμουν στο Polis Theater και παρακολούθησα την εμφάνιση του Γιώργου Νταλάρα. Στο πρόγραμμα ακούγεται το τραγούδι «Ήτανε μια φορά» (μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Κώστας Φέρρης) από τους Νταλάρα και Μιχάλη Τζουγανάκη. Η ερμηνεία τους είναι καλή, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει εκείνη του Νίκου Ξυλούρη. Όσοι ήμασταν εκεί καταλήξαμε στο ότι θα πρέπει να «απαγορευτεί» η επανεκτέλεση του συγκεκριμένου τραγουδιού γιατί κανένας δεν μπορεί να το πει όπως ο Αρχάγγελος της Κρήτης. Το ίδιο πιστεύω ισχύει και με τα υπόλοιπα τραγούδια που έγραψε ή τραγούδησε ο Νικος Ξυλούρης. Ποιος θα μπορέσει να ερμηνεύσει το «Καπνισμένο Τσουκάλι» ξανά. Είναι μάταιος ο κόπος.
Πριν από τριάντα τρία χρόνια σαν σήμερα σίγησε πάνω στην ακμή του ο σημαντικότερος τραγουδιστής της πατρίδας μας. Ο Νίκος Ξυλούρης. Ο Ψαρονίκος. Ο Αρχάγγελος της Κρήτης. Ο Αρχάγγελος της Ελλάδας.
Γράφει ο Γιώργος Μυζάλης
Ο Νίκος Ξυλούρης, ο Ψαρονίκος, όπως ήταν το παρωνύμιό του, γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936 στα Ανώγεια του ευλογημένου τόπου, της Κρήτης. Ο παππού του ο Σκουλάς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους λυράρηδες του νησιού. Το 1941, οι κατακτητές Γερμανοί καίνε το χωριό του και ο Ψαρονίκος καταλήγει στο οικοτροφείο. Εκεί θα φανεί η κλίση του για τη μουσική και τη λύρα. Μετά την απελευθέρωση και την επιστροφή στα Ανώγεια, ο δάσκαλος του σχολείου του, Μενέλαος Δραμουντάνης, πείθει τον διστακτικό του πατέρα να αφήσει το Νίκο να ασχοληθεί με τη λύρα, διαβλέποντας το μεγάλο μουσικό του ταλέντο. Σύντομα ο νεαρός Ξυλούρης συγκαταλέγεται ανάμεσα στους καλύτερους λυράρηδες της περιοχής του και είναι περιζήτητος. Στη λύρα είναι αυτοδίδακτος. Στα 17 του κατεβαίνει στο Ηράκλειο και δουλεύει στο κέντρο «Κάστρο». Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα στην αρχή. Οι παλιοί λυράρηδες δεν τον εκτιμούν και τον αντιμετωπίζουν άσχημα. Στο κέντρο της πόλης οι μουσικές που παίζονται είναι λίγο μπερδεμένες. Ο νεαρός Νίκος «αναγκάζεται» να παίζει και ευρωπαϊκές μουσικές, τανγκό, βαλς κλπ.
Το 1956, σε ένα γλέντι της αποκριάς στο χωριό Βενεράτο, ο Ψαρονίκος συναντά για πρώτη φορά την 17χρονη Ουρανία Μελαμπιανάκη, η οποία έμελλε να γίνει και η σύντροφος της ζωής του. Ακολουθεί μια σειρά από καντάδες οι οποίες έμειναν ιστορικές στην πόλη του Ηρακλείου. Στις 21 Μαΐου του 1958 ο Ψαρονίκος «κλέβει» την Ουρανία για να παντρευτούνε. Μετά το γάμο το ζευγάρι εγκαθίσταται στο Ηράκλειο και αντιμετωπίζει μεγάλες οικονομικές δυσκολίες. Στις 21 Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς ο Νίκος Ξυλούρης ανεβαίνει στην Αθήνα για να ηχογραφήσει για πρώτη φορά σε δίσκο 78 στροφών στη δισκογραφική εταιρεία ODEON. Ο πρώτος αυτός δίσκος περιέχει τα τραγούδια «Κρητικοπούλα μου»(γραμμένο από τον Ψαρονίκο για την Ουρανία) και «Πάντοτε μια φτωχή καρδιά». Ο δίσκος σημειώνει μεγάλη επιτυχία στο χώρο της κρητικής μουσικής και ανοίγει το δρόμο στο Νίκο Ξυλούρη. Δυο χρόνια μετά γεννιέται ο Γιώργος, το πρώτο τους παιδί και το 1966 το δεύτερο, η Ρηνιώ.
Την ίδια χρονιά, το 1966, ο Ψαρονίκος κερδίζει στο φεστιβάλ τραγουδιού του Σαν Ρέμο, το πρώτο βραβείο και το 1967 τραγουδάει στο πρώτο κρητικό κέντρο του Ηρακλείου. Το μαγαζί λεγόταν«Ερωτόκριτος». Από το 1968 και μετά αρχίζει να γίνεται ολοένα και πιο γνωστός και να απολαμβάνει την επιτυχία. Το 1969 ηχογραφεί την «Ανυφαντού», μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, η οποία σημειώνει μεγάλες πωλήσεις. Τον Απρίλιο του 1969 εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αθήνα, στο«Κονάκι», ένα κρητικό μαγαζί που έχουν ανοίξει συγγενείς του και ο κόσμος τον αποθεώνει. Έτσι το Σεπτέμβριο εγκαθίσταται με την οικογένειά του μόνιμα πια στο Γαλάτσι. Το 1970, μετά από μια επιτυχημένη χρονιά στην Αθήνα, κατεβαίνει και πάλι στην Κρήτη για δουλειά.
Εκεί, συναντιέται με τον Τάκη Λαμπρόπουλο, διευθυντή της εταιρείας COLUMBIA, ο οποίος του προτείνει συνεργασία. Συγκεκριμένα, τον πείθει να περάσει από την κρητική μουσική στην έντεχνη. Έτσι προκύπτει το 1971 η συνεργασία του με το Γιάννη Μαρκόπουλο στα «Ριζίτικα», ένα δίσκο ορόσημο για την ελληνική δισκογραφία. Έξι μήνες πριν από τα «Ριζίτικα» έχει ηχογραφήσει το «Χρόνικο». Ο ίδιος έχει πει για τη δουλειά αυτή: «Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα έφευγα από τα κρητικά. Έκανα το «Χρονικό», για να μην χαλάσω το χατίρι του Γιάννη. Και, όσο γα το κέντρο, κάτι συγγενείς μου είχαν ανοίξει ένα μαγαζί και επιμένανε να τραγουδήσω. Έτσι έμεινα. Και με αγάπησε η νεολαία, δέθηκα με τον κόσμο, ώστε τώρα πια δεν σκέφτομαι να γυρίσω πίσω. Στην Κρήτη έβγαζα περισσότερα λεφτά αλλά τα χρήματα δεν μ’ ενδιαφέρουν. Θέλω να κερδίζω τα απαραίτητα και δεν με νοιάζει να κάνω παλάτια». Ειδικά η τελευταία του πρόταση είναι άκρως αποκαλυπτική για το χαρακτήρα του.
Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, από το Μάιο, ο Νίκος Ξυλούρης και ο Γιάννης Μαρκόπουλος εμφανίζονται στη μπουάτ«Λήδρα» στην Πλάκα. Το 1972 συνεχίζεται οι συνεργασία των δύο ανδρών με την «Ιθαγένεια» και η ανοδική πορεία του Ψαρονίκου. Το 1972, ο «Αρχάγγελος» συνεργάζεται πρώτη φορά με το Σταύρο Ξαρχάκο. Κυκλοφορεί ο δίσκος «Διόνυσε καλοκαίρι μας» και αρχίζουν εμφανίσεις στη μπουάτ «Αρχόντισσα» τον Οκτώβριο του 1973. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί με το Χριστόδουλο Χάλαρη το δίσκο «Τροπικός της Παρθένου» και με το Γιάννη Μαρκόπουλο το δίσκο «Στρατής ο θαλασσινός» σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη. Το καλοκαίρι του 1973 εμφανίζεται στο «Μεγάλο μας τσίρκο», μια ιστορική θεατρική παράσταση σε κείμενο του Ιάκωβου Καμπανέλη, μουσική τουΣταύρου Ξαρχάκου και με πρωταγωνιστές την Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο, το Διονύση Παπαγιαννόπουλο κ.α. Σε καιρό δικτατορίας η παράσταση αυτή γίνεται διέξοδο ελεύθερης έκφρασης για τον ελληνικό λαό. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ιάκωβος Καμπανέλης, οι θεατές στα εκδοτήρια ζητούσαν «εισιτήρια για την ελευθερία». Με αφορμή τις εμφανίσεις αυτές του Ψαρονίκου, ο καθηγητής Γ.Π. Σαββίδης του προσέδωσε τον χαρακτηρισμό«Αρχάγγελος της Κρήτης».
Τις τρεις μέρες της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου, ο Νίκος Ξυλούρης ήταν μέσα. Τραγουδούσε όλα τα απαγορευμένα τραγούδια και ένωνε τη φωνή του με τους φοιτητές. Οι φωτογραφίες των εφημερίδων της εποχής το μαρτυρούν. Υπάρχουν και ηχητικά ντοκουμέντα με τους φοιτητές να τραγουδούν το ριζίτικο «Πότε θα κάμει ξαστεριά». Ο ίδιος δεν έλεγε τίποτα για τις μέρες εκείνες. Όπως λέει η σύζυγός του δεν ήθελε να μιλάει για αυτά γιατί «στο Πολυτεχνείο σκοτώθηκαν άνθρωποι κι εκείνος δεν σκοτώθηκε». Η παρουσία του όμως στο Πολυτεχνείο τον έφερε αντιμέτωπο με το καθεστώς.
Το 1974 κυκλοφορεί η «Συλλογή» με το Σταύρο Ξαρχάκο και την ίδια χρονιά τα τραγούδια της παράστασης «Το μεγάλο μας τσίρκο» και η «Ακολουθία» με το Χριστόδουλο Χάλαρη. Το 1975 κυκλοφορεί ένας δίσκος σταθμός, το «Καπνισμένο Τσουκάλι» σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσουκαι μουσική του Χρήστου Λεοντή. Όπως έλεγε ο ίδιος: «Θεωρώ το Καπνισμένο Τσουκάλι το αποκορύφωμα της καριέρας μου. Έχω πει ωραίους στίχους, ωραίους συνθέτες, ωραίους ποιητές και με όλους αυτούς πήγαινα και ένα σκαλέρι πιο πάνω. Όμως το πράγμα αυτό, το Καπνισμένο Τσουκάλι, είναι το πιο τέλειο που βγήκε στην ελληνική μουσική. Ενάμιση χρόνο τυραννιόμουν να το μάθω».
Το 1976 κυκλοφορεί ο «Ερωτόκριτος» σε ενορχήστρωση Χριστόδουλου Χάλαρη, μια μεγάλη δισκογραφική επιθυμία του Ψαρονίκου. Ακολουθούν σπουδαίοι δίσκοι με το Δημήτρη Χριστοδούλου, το Λίνο Κόκοτο (Αντιπολεμικά), τον Ηλία Ανδριόπουλο (Κύκλος Σεφέρη) και το Στέλιο Βαμβακάρη (Τα ερωτικά). Το 1977 συνεργάζεται ξανά με το Γιάννη Μαρκόπουλο για το δίσκο «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» σε ποίηση Διονυσίου Σολωμού. Μέχρι το 1979 συνεργάζεται με πολλούς τραγουδιστές (Μαρίζα Κωχ, Άλκηστη Πρωτοψάλτη, Αφροδίτη Μάνου κ.α.) σε διάφορες μπουάτ της Πλάκας (Λήδρα, Θεμέλιο, Αρχόντισσα κ.α.). Τότε είναι που δέχεται το χτύπημα της επάρατης νόσου.
Το 1979 ο Νίκος Ξυλούρης νοσηλεύεται στο νοσοκομείο Μεμόριαλ της Νέας Υόρκης. Αντιμετωπίζει με υπομονή και λεβεντιά την ασθένειά του. Δεν φοβάται. Η διάγνωση είναι καταδικαστική. Καρκίνος στους πνεύμονες και τον εγκέφαλο. Λίγο καιρό αργότερα και μετά από εγχειρήσεις επίπονες επιστρέφει στην Ελλάδα. Δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο. Απομονώνεται σε ένα φιλικό σπίτι στο Πόρτο Ράφτη για να έχει ησυχία και να αποφεύγει τις συγκινήσεις. Οι επισκέψεις είναι λίγες, αλλά σημαντικές. Ανάμεσα στους ανθρώπους που τον συναντούν και ο George Harisson των Beatles. Στις 5 Φεβρουαρίου 1980 ο Νίκος Ξυλούρης εισάγεται εσπευσμένα στο αντικαρκινικό Πειραιώς. Στις 8 Φεβρουαρίου αφήνει την τελευταία του πνοή. Είναι μόλις 44 ετών.
Τριάντα τρία χρόνια πέρασαν από το θάνατο του Νίκου Ξυλούρη, αλλά ο ίδιος είναι εδώ με τα τραγούδια του και τη φωνή του. Αυτό που έχει καταφέρει αυτός ο τραγουδιστής είναι να έχει μόνο θαυμαστές. Ενώ μπορείς να συναντήσεις ανθρώπους που δεν τους αρέσει ο Καζαντζίδης, ο Μπιθικώτσης, ο Νταλάρας (χωρίς ίσως να αμφισβητούν την καλλιτεχνική τους αξία) κλπ δεν θα βρεις κανέναν που να μην του αρέσει ο Ξυλούρης. Κάτι ακόμα που έχει μεγάλη σημασία είναι ότι ο Ξυλούρης έχει στιγματίσει ερμηνευτικά τα τραγούδια που ερμήνευσε. Οι μεταγενέστερες εκτελέσεις τραγουδιών του Ξυλούρη, ακόμα και από πολύ καλούς τραγουδιστές, δεν καταφέρνουν ούτε καν να αγγίξουν την πρώτη εκτέλεση. Πριν δυο βράδια ήμουν στο Polis Theater και παρακολούθησα την εμφάνιση του Γιώργου Νταλάρα. Στο πρόγραμμα ακούγεται το τραγούδι «Ήτανε μια φορά» (μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος – στίχοι: Κώστας Φέρρης) από τους Νταλάρα και Μιχάλη Τζουγανάκη. Η ερμηνεία τους είναι καλή, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει εκείνη του Νίκου Ξυλούρη. Όσοι ήμασταν εκεί καταλήξαμε στο ότι θα πρέπει να «απαγορευτεί» η επανεκτέλεση του συγκεκριμένου τραγουδιού γιατί κανένας δεν μπορεί να το πει όπως ο Αρχάγγελος της Κρήτης. Το ίδιο πιστεύω ισχύει και με τα υπόλοιπα τραγούδια που έγραψε ή τραγούδησε ο Νικος Ξυλούρης. Ποιος θα μπορέσει να ερμηνεύσει το «Καπνισμένο Τσουκάλι» ξανά. Είναι μάταιος ο κόπος.
Πριν από τριάντα τρία χρόνια σαν σήμερα σίγησε πάνω στην ακμή του ο σημαντικότερος τραγουδιστής της πατρίδας μας. Ο Νίκος Ξυλούρης. Ο Ψαρονίκος. Ο Αρχάγγελος της Κρήτης. Ο Αρχάγγελος της Ελλάδας.
Γράφει ο Γιώργος Μυζάλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου