Το διήμερο 24 και 25 Ιουλίου 2010, σε οριοθετημένη περιοχή του κόλπου της Ιερισσού, πραγματοποιήθηκε μία προσπάθεια καταγραφής του τεχνητού υφάλου της περιοχής, με τη πραγματοποίηση σειράς καταδύσεων από μέλη της Ένωσης Αυτοδυτών Θεσσαλονίκης. Σκοπός του εγχειρήματος ήταν η συλλογή οπτικού υλικού, φωτογραφιών και βίντεο του υφιστάμενου έργου.
Οι τεχνητοί ύφαλοι είναι µία πρακτική, η οποία εφαρµόζεται µε ιδιαίτερα
ϑετικά αποτελέσµατα εδώ και αρκετά χρόνια στο εξωτερικό. Κύριος σκοπός
της δηµιουργίας τεχνητών υφάλων είναι η ενίσχυση του αλιευτικού αποθέµα-
τος της περιοχής. Αλλοι λόγοι είναι η οικονοµική ανάπτυξη µίας περιοχής
µε τη δηµιουργία καταδυτικών πάρκων κτλ.
Ποντίζονται σε ϐάθος µικρότερο των 50 µέτρων, καθώς διαφορετικά δεν
είναι δυνατή η ϕωτοσύνθεση. Αν προορίζονται αποκλειστικά για αποικία
ψαριών µπορούν να ποντιστούν στα 30-40 µέτρα. Αν ενέχουν και τη µελλον-
τική χρήση του καταδυτικού πάρκου, στα περίπου 20 µέτρα. Χωροθετούνται
κυρίως σε περιοχές µε αµµώδη ή λασπώδη ϐυθό, όπου δεν υπάρχουν ϕυσικοί
ύφαλοι και δηµιουργούν ένα τεχνητό περιβάλλον παραγωγής ψαριών. Η
τοποθέτησή τους αποφεύγεται σε λιβάδια Ποσειδωνίας, αλλά ενδείκνυται σε
κενά διαστήµατα.
Αποτελούνται συνήθως από τσιµεντένιες κατασκευές, αλ-
λά µπορεί να είναι κι από άλλα υλικά : συνθετικά όπως πολυπροπυλένιο ή
ακόµη και σακιά από γεωύφασµα γεµισµένα µε κοµµάτια ϐράχων και πέ-
τρες. Το ϕυτοβένθος και Ϲωοβένθος (καβούρια, ανεµώνες σφουγγάρια, χτένια,
αχιβάδες ϕύκια κ.ά.) αναπτύσεται πάνω στους τεχνητούς υφάλους µε δι-
αδικασία παρόµοια µε αυτή, που αναπτύσεται στο ϐράχο.
Στα πλαίσια της ιχθυολογικής μελέτης για την κατασκευή του Τεχνητού Υφάλου στον κόλπο της Ιερισσού πραγματοποιήθηκαν τέσσερις εποχικές δειγματοληψίες εντός του 2004, με δύο σύρσεις ανα δειγματοληψία. Κατά τη διάρκειά τους χρησιμοποιήθηκαν τράτα βυθού και δειγματολήπτης Bongo net για το ιχθυοπλαγκτόν. Η καταδυτική ομάδα του ΙΝΑΛΕ πραγματοποίησε καταδύσεις σε ενδεικτικούς φυσικούς υφάλους της ευρύτερης περιοχής, όπου δεν ήταν δυνατή η χρήση τράτας, με σκοπό την οπτική καταγραφή της τοπικής πανίδας. Οι καταδύσεις πραγματοποιήθηκαν σε αντίστοιχες εποχές με τις υπόλοιπες δειγματοληψίες. Επίσης η παρακολούθηση της δραστηριότητας των παρακτίων σκαφών στα λιμάνια της περιοχής μαζί με την καταγραφή των δεδομένων που αφορούν την σύνθεση του στόλου συμπληρώνουν τις δειγματοληψίες κατά την πρώτη φάση του προγράμματος.
Στην περιοχή μελέτης αλιεύθηκαν συνολικά 70 είδη οργανισμών με χρήση τράτας βυθού. Τα 57 ήταν ψάρια, τα 8 κεφαλόποδα και 5 ήταν καρκινοειδή. Τα κύρια εμπορικά είδη που χαρακτηρίζουν την περιοχή (μεγαλύτερες συνολικές βιομάζες) στο σύνολο των δειγματοληψιών είναι: Mullus barbatus (μπαρμπούνι), Merluccius merluccius (μπακαλιάρος), Diplodus annularis (σπάρος), Lophius budegassa (πεσκανδρίτσα), Parapenaeus longirostris (γάμπαρη) και Trisopterus minutus capelanus (φίγι). Κατά τη διάρκεια των οπτικών δειγματοληψιών εντοπίστηκαν 35 είδη. 31 από αυτά ήταν ψάρια, 2 κεφαλόποδα και 2 ήταν καρκινοειδή. Τα εμπορικά είδη που καταγράφηκαν με μεγαλύτερη συχνότητα ήταν: Diplodus vulgaris (κακαρέλος), Diplodus annularis (σπάρος), Oblada melanura (μελανούρι), Serranus cabrilla (χάνος), Spicara flexuosa (τσέρουλα) και Serranus scriba (πέρκα).
Περισσότερες πληροφορίες : www.thessalonikidiveclub.gr/reef_ierissos.pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου